Αντίθετα με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που χορηγούν στους εργαζόμενους άδεια διακοπών 4-7 εβδομάδων με πλήρεις αποδοχές, οι Αμερικανοί περιορίζουν στο έπακρο τις δικές τους διακοπές. Οι περισσότεροι νεοπροσλαμβανόμενοι παίρνουν άδεια μιας ή δύο εβδομάδων το χρόνο και μερικοί άνευ αποδοχών. Η μέση ετήσια άδεια είναι 9 μέρες μετά από τον πρώτο χρόνο εργασίας και κάθε πρόσθετο έτος την επιμηκύνει κατά μία ή δύο μέρες. Η διάρκεια της άδειας συχνά εξαρτάται από το επάγγελμα, τη θέση του εργαζόμενου και τις διαθέσεις του εργοδότη. Οι χειρώνακτες θεμελιώνουν δικαίωμα αδείας με τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης εργασίας, διπλάσιας απ’ όσο χρειάζονται οι υπάλληλοι γραφείου. Τα κορυφαία διευθυντικά στελέχη έχουν -θεωρητικά- περισσότερες μέρες διακοπών που όμως δεν τις αξιοποιούν λόγω των αυξημένων καθηκόντων τους και της συνακόλουθης έλλειψης χρόνου. Πολλές επιχειρήσεις παραχωρούν “επετειακές” άδειες μερικών ημερών σε συνεργάτες τους με τη συμπλήρωση 10 ή 20 χρόνων εργασίας σαν δώρο μακρόχρονης θητείας. Πέραν της αδείας διακοπών οι Αμερικανοί έχουν στη διάθεσή τους δέκα μέρες εθνικών αργιών το χρόνο κατά τις οποίες όλες οι δημόσιες υπηρεσίες και οι περισσότερες ιδιωτικές δραστηριότητες αργούν. Επιπροσθέτως, πολλές Πολιτείες έχουν δικές τους -τοπικές- αργίες. Όταν μια αργία συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή, συνήθως μετατίθεται σε εργάσιμη μέρα.
Γυναίκες σε κατάσταση εγκυμοσύνης δικαιούνται άδεια τοκετού και διατηρούν όλα τα δικαιώματά τους μέχρι την επάνοδο στην εργασία τους. Δικαιούνται επίσης άδεια μητρότητας 12 εβδομάδων (υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις αλλά χωρίς αποδοχές) μετά τη γέννηση ή την υιοθεσία παιδιού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μαζί με την Παπούα-Νέα Γουϊνέα οι μόνες χώρες της Γης που δεν παρέχουν πληρωμένη άδεια μητρότητας. Η Καλιφόρνια και τρεις άλλες Πολιτείες ωστόσο, χορηγούν άδεια μητρότητας μέχρι 6 εβδομάδες και καταβολή του 55% των εβδομαδιαίων αποδοχών.